τρυγωδοποιομουσικη

τρυγωδοποιομουσικη
    τρυγῳδοποιομουσική
    τρῠγῳδο-ποιο-μουσική
    ἥ (sc. τέχνη) музыкально-комедийное искусство Arph.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "τρυγωδοποιομουσικη" в других словарях:

  • τρυγῳδοποιομουσική — the art of comedy fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τρυγωδοποιομουσική — ἡ, Α (στον Αριστοφ.) η τέχνη τής κωμωδίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < *τρυγῳδοποιός (< τρυγῳδός + ποιός*) + μουσική] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»